-
1 корпус
1. тех. το σώμα, ο κορμός, το κέλυφος, το πλαίσιο, η θήκη· - амортизатора - του απορροφητήρα κραδασμών- транзистора - της κρυσταλλολυχνίας, разг. του τρανζίστορ (ξεν.)2. (остов судна) το σκάφος* наружный - судна το εξωτερικό περίβλημα του σκάφους 3. (здание) το (χωριστό) τμήμα (ενός) μεγάλου οικο-δομήματος/κτηρίου 4. полигр. το στοιχείο των 10 στιγμών 5. (туловище) το σώμα.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > корпус
-
2 девиация
η παρεκτροπήη παρέκκλιση♦компенсировать - ю διορθώνω την -Русско-греческий словарь научных и технических терминов > девиация
-
3 стрелка
1. (на чертеже, рисунке) το βελάκιη αιχμή του βέλους2. (измерительного прибора) η βελόνη (του δείκτη)ο δείκτης3. ж.-д. η κλείς(αλλαγής τροχιάς), разг. το κλειδίРусско-греческий словарь научных и технических терминов > стрелка
-
4 картушка
(компаса) το ανεμολόγιο (της πυξίδας).Русско-греческий словарь научных и технических терминов > картушка
-
5 дефлектор
1. тех. το ρυθμιστικό διάφραγμα, ο εκτροπέας της ροής αερίων των υγρών, ηχητικών κυμάτων, υλικών χύδην/σε χήμα 2. горн. το σύστημα εξαερισμού μέσω της ροής του ανέμου στο άνω μέρος του οχετού (της τσιμινιέρας) 3. (компаса) о ρυθμιστής, το μαγνητικό όργανο μέτρησης και διόρθωσης της παρεκτροπής (της πυξίδας).Русско-греческий словарь научных и технических терминов > дефлектор
-
6 север
-а α.ο βοριάς•стрелка компаса указывает на север ο δείκτης της πυξίδας δείχνει στο βοριά•
к -у Москвы βόρεια της Μόσχας•
народы -а οι βόρειοι λαοί.
εκφρ.крайний север – ο άκρος Βοριάς, η Αρκτική. -
7 застой
η στασιμότητα-картушки компаса η υστέρηση/το λάθος των ενδείξεων της πυξίδας.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > застой
-
8 колонка
η στήλ/ηрулевая - мор. το στήριγμα του πηδαλίου/τιμονιούРусско-греческий словарь научных и технических терминов > колонка
-
9 корректор
1. (устройство) το όργανο διόρθωσης 2. (издательский работник) о διορθωτής, о επιμελητής κειμένου.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > корректор
-
10 котелок
ο μικρός λέβητας, το κέλυφος, η καραβάνα, το καζανάκιРусско-греческий словарь научных и технических терминов > котелок
-
11 устранение
1. (удаление откуда-л., изъятие) η εξάλειψη, η απομάκρυνση, η άρση, η αφαίρεση, η εξαγωγή, η εξουδετέρωση· - девиации компаса - απόκλισης της πυξίδας 2. (отстранение от исполнения обязанностей, от дела, увольнение) η απομάκρυνση, η απόλυσηРусско-греческий словарь научных и технических терминов > устранение
-
12 стрелка
-и θ.1. μικρό βέλος.2. δείκτης μικρός•стрелка компаса ο δείκτης της πυξίδας.
|| δείκτης οδικός.3. δείκτης κατεύθυνσης (στοχάρτη κ.τ.τ.).4. στέλεχος λουλουδιού. || φύλλο φυτού ξιφοειδές. || φυντανάκι. || στενή λωρίδα γης (σχηματιζόμενη στη συμβολή δυο ποταμών), γλώσσα. -
13 юг
-а α.1. ο νότος•на юг προς το νότο•
окна дома выходят на юг τα παράθυρα του σπιτιού βλέπουν προς το νότο•
корабль держит курс на юг το καράβι κατευθύνεται προς νότο•
с юга από (το) νότο•
стрелка компаса указывает на юг ο δείχτης της πυξίδας δείχνει το νότο.
2. περιοχή νότου• ζεστό μέρος•жители -а οι κάτοικοι του νότου.